Σάββατο 25 Απριλίου 2015

Η Πατρίδα του Ομήρου

Ο Όμηρος ήτο Χίος;
"Χίος έφυς; Ού φημι. Τι δε Σμυρναίος; Απαυδώ.
Κύμη, δ' η Κολοφών πατρίς, Όμηρε, σέθεν;
Ουδετέρη. Σαλαμίς δε τις πόλις; Ουδ' από ταύτης,
εξέφυν. Αλλ' αυτός λέξων όπη γέγονας.
Ουκ ερέω. τίνος άρα;"
Πλίνιος ΧΧΧ, 2, 6 Ανθολ. τόμ. ΙΙ, σελ. 716.

[Είπες Χίος; Δε λέγω. Μήπως Σμυρναίος; Αρνούμαι.
Η Κύμη ή η Κολοφών είναι η δική σου πατρίδα, Όμηρε;
Καμία. Μήπως κάποια πόλη Σαλαμίνα; Ούτε αυτή,
είπα. Αλλά ο ίδιος, πες, πού έχεις γεννηθεί.
Δε θα πω. Ποιας άραγε (πόλης);]

Γράφει η ΠΟΠΗ ΧΑΛΚΙΑ-ΣΤΕΦΑΝΟΥ


ΠΟΙΑ άραγε, είναι η πατρίδα του Ομήρου; Είναι μήπως κάποια από τις επτά πόλεις, που ερίζουν ως προς τον γενέθλιο τόπο του μεγάλου Ίωνα ποιητή; Είναι η Αθήνα ή η Κύμη, είναι η Ίος ή η Κολοφών, η Σαλαμίνα ή η Χίος ή η Σμύρνη;
Ο Πρόκλος για τον γενάρχη της ποίησης Όμηρο γράφει: "Όμηρος μεν ουν τίνων γονέων ή ποίας εγένετο πατρίδος ου ράδιον αποφήνασθαι? ούτε γαρ αυτός τι λελάληκεν, αλλ' ούδ' οι περί αυτού ειπόντες συμπεφωνήκασιν". [Ο Όμηρος λοιπόν από ποιους γονείς (γεννήθηκε) ή ποια ήταν η πατρίδα του, δεν είναι εύκολο να αποσαφηνισθεί? γιατί ούτε ο ίδιος κάτι σχετικό έχει ειπεί ούτε όσοι ασχολήθηκαν με αυτόν έχουν μεταξύ τους συμφωνήσει]. Ίσως η Ιστορία σκόπιμα να εφρόντισε να χαθεί μέσα στη λήθη των αιώνων το όνομα της γενέτειράς του και τούτο γιατί, ίσως να ήθελε τον "ποιητήν τούτον κοσμοπολίτην". Και συνεχίζει: "Οι μεν Κολοφώνιον αυτόν ανηγόρευσαν, οι δε Χίον, οι δε Σμυρναίον, οι δ' Ιήτην, άλλοι δε Κυμαίον, και καθόλου πάσα πόλις αντιποιείται ανδρός, όθεν εικότως αν, κοσμοπολίτης λέγοιτο". (Άλλοι μεν Κολοφώνιο τον έλεγαν, άλλοι Χίο, άλλοι Σμυρναίο, άλλοι κάτοικο της Ίου, άλλοι Κυμαίο και καμιά πόλη δεν υπάρχει που να μην διεκδικεί τον άνδρα, έτσι, εύλογο είναι να λέγεται κοσμοπολίτης).
Άλλοι πάλι μελετητές του τον αποκαλούν μυθικό ποιητή, που το πνεύμα του ανθρώπου έπλασε, αφού τα έργα του τη θεία μόνο τελειότητα εγγίζουν, η οποία όμως για τα γήινα, για τα ανθρώπινα δεδομένα, δεν είναι εφικτή. Κι άλλοι επί το ποιητικότερον "Τον Ουρανόν πατρίδα αυτού έλεγον".
Ένα ελληνιστικό επίγραμμα γράφει να μην ψάχνουμε για το γένος και την καταγωγή του Ομήρου και ας καυχώνται όσες πολιτείες επιθυμούν ότι αυτές είναι η γενέτειρά του. Γιατί αξία δεν έχει ο τόπος, όπου ο ποιητής γεννήθηκε, αξία έχει το πνεύμα του. Πατρίδα του Μελησιγενούς είναι το έργο του. Είναι η Ιλιάδα και το άσμα της Οδύσσειας.
Η γενική πεποίθηση ότι ο Όμηρος γεννήθηκε στην Ιωνία -κι ας προβάλλουν αξιώσεις εκτός από τις επτά πόλεις η Αίγυπτος, η Ρώμη, η Φρυγία, η Κύπρος- και μάλιστα στο κεντρικό τμήμα της μικρασιατικής παραλίας, δηλαδή στην παράλια λωρίδα Σμύρνης - Ερυθρών, Φωκαίας ή στην απέναντι νήσο Χίο, φαίνεται να αποτελεί λογική εικασία. Η εικασία αυτή συνάγεται και από τα ίδια τα έπη, στα οποία η ιωνική κυρίως διάλεκτος επικρατεί με μικρή μόνο πρόσμειξη αιολισμών, οι οποίοι εμπεριέχονται και στην ιωνική διάλεκτο της Χίου. Αλλά και το όνομα του ποιητή των αιώνων Ομήρου, ιωνικό τύπο μαρτυρεί.
Ο Πίνδαρος, από τις αρχές του 5ου αιώνα, συνέδεσε για πρώτη φορά το όνομα του Μελησιγενούς Ομήρου με δύο πόλεις, τη Σμύρνη και τη Χίο. Τα ονόματα άλλων πόλεων, που αργότερα προστέθηκαν, μόνο ισχνά επιχειρήματα ή μύθους προβάλλουν, για να μπορέσουν να διεκδικήσουν την καταγωγή του ποιητή.
Οι Σμυρναίοι σεμνύνονται ότι στην πόλη τους γεννήθηκε ο Όμηρος χωρίς καθόλου να σταθούν στην καταγωγή των γονέων του και στον τρόπο της σύλληψής του. Αυτό μάλιστα υποστηρίζεται και γίνεται ισχυρότερο και από ομολογίες άλλων πόλεων, που προσπαθούν να παρουσιάσουν τον ποιητή και δικό τους. Άλλωστε, το ίδιο υποστηρίζει και η επιχώρια παράδοση, η οποία βασίζεται σε στοιχεία με καθαρά μυθικό χαρακτήρα.
Ήτο Σμυρναίος;
Σύμφωνα με τον μύθο, ο ποιητής δεν ήταν γιος του γραμματοδιδάσκαλου Φημίου, όπως ο των Κυμαίων μύθος παραδίδει, αλλά του ποταμίου θεού Μέλητα και της νύμφης Κρηθηίδας, η οποία έφτασε στη Σμύρνη ντροπιασμένη από τον αδελφό του πατέρα της Απελλή, τον Μαίονα, για να αποφύγει την κατακραυγή των δημοτών της πόλης τους, και προστατεύθηκε από τον Φήμιο. Εκεί, στις όχθες του ποταμού Μέλητα, γεννήθηκε ο ποιητής που πήρε το όνομα Μελησιγενής ή Μελησιγένης.
Κατά τον Παυσανία (VII, 5, 2) οι Σμυρναίοι έδειχναν σπήλαιο "παρά τοις πλυνοίς (όχθες) του ποταμού Μέλητος", μέσα στο οποίο ο "αθανάτοις ίσος" Όμηρος έγραψε τα έπη του.
Κυριότερη όμως ένδειξη ότι γενέτειρα του Ομήρου είναι η Σμύρνη αποτελεί η ακριβής και λεπτομερής γνώση, με την οποία ο ποιητής περιγράφει τα μικρασιατικά παράλια, που σημαίνει ή ότι γεννήθηκε, ή ότι έζησε για πολύ καιρό εκεί. Γιατί πώς αλλιώς θα μπορούσε να περιγράψει με τόση παραστατικότητα τις ρεματιές του Καΰστρου (Ιλιάδ. Β', 459-463), που δεν απέχουν πολύ από τη Σμύρνη, να περιγράψει τις χήνες ή τους γερανούς ή τους μακρυλαίμηδες κύκνους, με τους οποίους παραβάλλονται οι Αχαιοί και που ο ίδιος ο ποιητής διευκρινίζει, ότι οι όρνιθες αυτοί πετούν στον ασιατικό λειμώνα και γύρω από τα ρείθρα του Καΰστρου; Πώς αλλιώς θα μπορούσε να περιγράψει τα κύματα του Ικαρίου Πελάγους που συνταράσσει ο Εύρος (=σορόκος) και ο Νότος (Β', 145-146), τον Σιμόεντα και τον Σκάμανδρο που ρέουν νύχτα μέρα και με τα νερά τους κατακλύζουν την Τρωική πεδιάδα (Ε', 773-774), το Σίπυλον όρος με τα ερημικά φαράγγια του και τον ρύακα Αχελώο, που βρίσκονται κοντά στη Σμύρνη ή το πέτρινο άγαλμα της Νιόβης (Ω, 614-617), καθώς και τους βάρβαρους λαούς της Μ. Ασίας, ή τους Κάρες, τους Λέλεγες, τους Φρύγες και τους Πελασγούς που συνοικούσαν με τους Έλληνες;
Από τον Στράβωνα, ωστόσο, (ΧIV, 646) υπάρχει μια ακόμη μαρτυρία, που αφορά στη Σμύρνη, ότι εκεί οικοδομήθηκε Ομήρειον, όπου η εικόνα του ποιητή αποτέθηκε.
Περίεργο πάντως είναι, όπως και ο Στράβων παρατηρεί, ότι, μολονότι σε μερικούς συγγραφείς αναφέρεται ως πατρίδα του Μελησιγενούς η Σμύρνη, ο ίδιος ο ποιητής πουθενά ούτε μια φορά δεν την αναφέρει "Ούδ' αυτήν Σμύρναν λέγει". (Στράβων ΧΙΙ, 3, 27, σελ. 564).
Οι Χίοι, χωρίς να έχουν να παρατάξουν μύθο, όπως άλλες επίμαχες ελληνικές πόλεις, για να στηρίξουν ότι στο νησί τους γεννήθηκε ο Όμηρος, βασίζονται σε μαρτυρίες από την αρχαιότητα.
Μήπως Χιώτης;

Η παλαιότερη μαρτυρία που μνημονεύει τη Χίο ως πατρίδα του Ομήρου προέρχεται από το επίγραμμα (Ανθολ. Γ', 351) που ιαμβογράφου Σημωνίδη του Αμοργίνου του έτους 630 π.Χ., η οποία αναφέρεται στο εφήμερο του ανθρώπινου βίου και που θεωρεί ως το ωραιότερον απόφθεγμα του "Χίου ανδρός":
Ουδέν εν ανθρώποις μένει χρήμ' έμπεδον
εν δε το κάλλιστον Χίος έειπεν ανήρ αιεί
"οία περ φύλλων γενεή τοιάδε και ανδρών".
(Τίποτε στους ανθρώπους δε μένει χρήσιμο και σταθερό
ένα το καλύτερο, όπως διά παντός άνδρας της Χίου είπε
"όποια των φύλλων η γενιά, όμοια και των ανθρώπων".)
Ενώ η αρχαιότερη μαρτυρία που θεωρεί τον Όμηρο Σμυρναίο προέρχεται από τον Πίνδαρο τον 5ο αιώνα π.Χ.
Άλλωστε η άποψη ότι ο Όμηρος καταγόταν από τη Χίο ήταν τόσο διαδεδομένη ώστε ο Σημωνίδης αναφέρει απλώς "ο Χίος ανήρ" χωρίς καν να τον ονομάζει? δηλαδή όλοι εγνώριζαν ότι αυτός ο διαπρεπής Χίος ήταν ο Όμηρος.

Από τον ίδιο επίσης αιώνα, τον 7ο, προέρχεται και το επίγραμμα του Αλκαίου, που απεικονίζει την κοινή δοξασία ότι πράγματι ο Όμηρος ήταν Χίος, αν και στο επίγραμμα αυτό δεν αποκλείεται να υπονοείται ότι το έργο του μεγάλου αοιδού συστηματοποίησαν και απαθανάτισαν οι Χίοι ραψωδοί, οι λεγόμενοι Ομηρίδες.
Ούδ' ει με χρύσειον από ραιστήρος Όμηρον
στήσοιτε φλογέαις εν Διός αστεροπαίς
ουκ εμί ουδ' έσομαι Σαλαμίνιος ούδ' ο Μέλητος
Δημαγόρου? μη ταύτ' όμμασιν Ελλάς ίδοι.
Άλλον ποιητήν βασανίζετε, ταμά δε, Μούσαι
και Χίος Ελλήνων παισίν αεισί έπη.
(Ανθολ. Α, 225)
(Ούτε και εάν μου στήσετε σφυρήλατο από χρυσό άγαλμα του Ομήρου
ανάμεσα στις γεμάτες φλόγες αστραπές του Δία
δεν είμαι ούτε θα γίνω Σαλαμίνιος ούτε ο γιος του Μέλητος
του Δημαγόρου? μήτε μπορεί με αυτά τα μάτια να δει η Ελλάδα.
Άλλον ποιητή βασανίζετε, όπως και οι Μούσες
και η Χίος από τα παιδιά των Ελλήνων έχει πάντοτε τον πρώτο λόγο).
Στον Ομηρικό Ύμνο στον Απόλλωνα στο τέλος του πρώτου μέρους, όπου ο ποιητής κατά τη χαρούμενη ιωνική γιορτή προς τιμήν του Απόλλωνα, της Λητούς και των παιδιών της, απευθυνόμενος στον χορό των κορασίδων παρθένων τις προτρέπει, αν κανένας τις ρωτήσει ποιος είναι ο αοιδός που τις διασκεδάζει περισσότερο, να απαντήσουν όλες μαζί ότι αυτός είναι τυφλός άνδρας από τη Χίο.
Τυφλός ανήρ οικεί δε Χίω ένι παιπαλοέσση
τούπερ και μετόπισθεν αριστεύουσιν αοιδοί
[Άνδρας τυφλός κατοικεί στην τραχιά Χίο,
τούτου (τα έπη) και εις το μέλλον θα υπερέχουν όλων των αοιδών].
Αν και ο Ύμνος αυτός αμφισβητείται ότι είναι έργο του Ομήρου, αλλά κάποιου μεταγενέστερου επικού ποιητή, ίσως του Ομηρίδη Κυναίθου (Κ. 188), εν τούτοις ο Θουκυδίδης στο Γ' βιβλίο, κεφ. 104 του έργου του "Ιστορίαι", τον αποδίδει στον Όμηρο, αποκαλύπτοντας έμμεσα τι ο ίδιος και η εποχή του επίστευαν για τον γενέθλιο τόπο του ποιητή.
Αλλά και από τον Μασσαλιώτη γεωγράφο Ευθυμένη (η Μασσαλία ήταν αποικία της Φώκαιας της Μ. Ασίας) που έζησε τον 6ο αιώνα π.Χ. υπάρχει η μαρτυρία, την οποία αναφέρει στα "Χρονικά" του ο Κλήμης ο Αλεξανδρεύς (Στρωματείς 1, σελ. 327) ότι ο Όμηρος ήκμασε στη Χίο διακόσια χρόνια μετά την άλωση της Τροίας. "Ευθυμένης δε εν τοις Χρονικοίς συνακμάσαντα Ησιόδω επί Ακάστου εν Χίω γενέσθαι περί το διακοσιοστόν έτος ύστερον της Ιλίου αλώσεως". (Ο Ευθυμένης στα "Χρονικά" του, του οποίου η ακμή συμπίπτει με του Ησιόδου κατά την εποχή του Ακάστου ότι γεννήθηκε στη Χίο διακόσια χρόνια μετά την άλωση του Ιλίου).
Το ίδιο επίσης αναφέρει και ο Αρχέμαχος στο τρίτο βιβλίο των "Ευβοϊκών" του. Ιδιαίτερη μνεία για τη Χίο και τη διαβίωση του μεγάλου αοιδού κάνει ο Ηρόδοτος ο Αλικαρνασσεύς στο έργο του "Περί Ομήρου γενέσιος και βιοτής" (κεφ. κδ') όπου γράφει: "ο δέ έπρησσε ταύτα και τους Κέκροπας και την Βατραχομυομαχίην και Ψαρομαχίην και Επταπακτικήν και Επικιχλίδας και τ' άλλα πάντα όσα παίγνια εστίν Ομήρου, ενταύθα εποίησεν παρά τω Χίω εν Βολισσώ, ώστε και εν τη πόλει περιβόητος ήδη εγένετο εν τη ποιήσει..." (αυτός δε αυτά συνέγραψε και τους Κέκροπες και τη Βατραχομυομαχία και την Ψαρομαχία και την Επταπακτική και τους Επικιχλίδας και όλα τ' άλλα όσα είναι τα έργα του Ομήρου, εδώ στη Βολισσό της Χίου συνέγραψε και γι' αυτό το λόγο έγινε διάσημος πλέον στην ποίηση...).
Οι Ομηρίδες
Ο Συρακούσιος ποιητής Θεόκριτος (17, 47) στα "Ειδύλλιά" του (VII, 47, ΧΧΙΙ, 218) επανειλημμένως ονομάζει τον ποιητή της Iλιάδας και της Oδύσσειας "Xίον αοιδόν", αλλά και ο φιλόσοφος Aναξιμένης και ο Δαμάστης παραδέχονται τη Xίο ως γενέτειρα του πατέρα του έπους και της έντεχνης ελληνικής ποίησης Oμήρου. Σύμφωνη γνώμη έχει και ο Στράβων στα "Γεωγραφικά" του (X), όπου αναφέρει: "ως φασί τινες και Oμήρου διατρίβοντι εν Xίω" (όπως μερικοί λέγουν ότι και ο Όμηρος διέμενε στη Xίο).
O Στράβων (XIV, 1, 35) ως μαρτυρία για την καταγωγή του θείου Ομήρου στο έργο του "Αγών Ομήρου και Ησιόδου" επικαλείται την παρουσία των Ομηριδών στο νησί. "Αμφισβητούσι δε και Ομήρου Χίοι, μαρτύριον μέγα τους Ομηρίδας καλουμένους από του εκείνου γένους προχειριζόμενοι..." (Ερίζουν και οι Χίοι τον Όμηρον χρησιμοποιούντες ως ισχυρή απόδειξή τους από του γένους εκείνου ονομαζομένους Ομηρίδες) και επαναλαμβάνει, "Χίοι δε πάλιν τεκμήρια φέρουσιν ίδιον είναι πολίτην λέγοντες και περισώζεσθαί τινας εκ του γένους αυτού παρ' αυτοίς Ομηρίδας καλουμένους". (Οι Χίοι πάλι χρησιμοποιούν ως απόδειξη ότι είναι δικός τους πολίτης με το να λέγουν ότι παραμένουν κοντά τους μερικοί από το γένος τους, οι ονομαζόμενοι Ομηρίδες).
Κατά την παράδοση, τον Όμηρο συνάντησε στη Χίο ο νομοθέτης της Σπάρτης Λυκούργος. Κατ' άλλη παράδοση, που αναφέρεται από τον Χίο ιστορικό Υπερμενίδη, οι Χίοι κατεδίκασαν τον δούλο του Ομήρου Σκινδαψό σε πρόστιμο χιλίων δραχμών, επειδή αμέλησε να κάψει το σώμα του αποθανόντος κυρίου του.
Οι Ομηρίδες ήταν μοναδική Σχολή ή άλλως το Σχολείο του Ομήρου, που ο ίδιος ο ποιητής ίδρυσε σε επίσημο τόπο του χιακού άστεως - η παρουσία τους μαρτυρείται τον 7ο αιώνα π.Χ. με κύριο έργο τους την απαγγελία των Ομηρικών επών. Κατά τον Αρποκρατίωνα, "οι Ομηρίδαι ήσαν γένος εν Χίω από του ποιητού ωνομασμένον". Η σύνταξή τους γινόταν στο Μητρώο, στον υπαίθριο προφανώς ναό της μητέρας των θεών Κυβέλης που βρίσκεται στην τοποθεσία Βροντάδος, σε απόσταση μιας λεύγας από την πόλη της Χίου και κοντά στη θάλασσα. Μεταξύ των πολλών ερειπίων που βλέπει κανείς σήμερα στο σημείο αυτό, υπάρχει τεράστιος ισοπεδωμένος βράχος, στη μέση του οποίου υπάρχει υπερυψωμένος θώκος, όπου προφανώς ήταν το αυτόλιθο άγαλμα της θεάς, κατεστραμμένο πλέον από το πέρασμα των αιώνων.
Τη διαπίστωση αυτή ενισχύουν τα ίχνη από σκαλισμένα στα πλάγια πόδια λεονταριών, του ιερού ζώου της Κυβέλης. Από τον προεξέχοντα αυτό λίθο-θώκο, σύμφωνα με την επιχώρια παράδοση, ο γενάρχης των επικών γραμμάτων και διδάσκαλος Όμηρος εδίδασκε καθήμενος τους μαθητές του και συγχρόνως υπαγόρευε τους στίχους του. Ο λίθος αυτός κατά παρετυμολογία ονομάσθηκε Δασκαλόπετρα ή Πέτρα του Ομήρου ή Δασκαλειό.
Οι μαθητές του Ομήρου, οι Ομηρίδες (σύμφωνα με την ελληνική γλώσσα, η κατάληξη -ίδης σημαίνει γιο ή απόγονο), εξακολουθούσαν να κατοικούν στον τόπο όπου έζησε κι έδρασε ο μεγάλος πρόγονός τους και είναι εκείνοι που διέσωσαν τους θησαυρούς της ομηρικής κληρονομιάς, την Ιλιάδα και την Οδύσσεια. Αυτοί μόνον είχαν με κληρονομικό δικαίωμα το προνόμιο να απαγγέλλουν τα έπη του διδασκάλου και προγόνου τους. Από τον 5ο αιώνα π.Χ. που καθιερώθηκαν επίσημα οι δημόσιες απαγγελίες των επών παρεισέφρησαν στις τάξεις τους ραψωδοί προερχόμενοι και από άλλες πόλεις της Ελλάδας, τους οποίους επαγγελματικοί μόνο λόγοι συνέδεαν με την ομηρική ποίηση. Από τότε οι Ομηρίδες διατηρήθηκαν ως όνομα γένους στη Χίο ως τα μέσα του 2ου αιώνα μ.Χ., όπως και ο Αρποκρατίων Βαλέριος γράφει στο έργο του "Λεξικό Δέκα Ρητόρων".
Για τους γενεαλογηθέντες από τον πατριάρχη της επικής ποίησης Ομηρίδες και για το έργο τους στη Χίο αναφέρουν πολλοί συγγραφείς της αρχαιότητας, όπως ο Πίνδαρος στα "Νέμεα" (ΙΙ, στρ. α'), ο Ισοκράτης στον Λόγο του "Ελένη" (παράγρ. 28), ο Πλάτωνας στον "Φαίδρο" (252, Β), ο στωικός φιλόσοφος Κράτης, που ονομάσθηκε ομηρικός κριτικός κι έκανε διόρθωση σε εννέα βιβλία της Ιλιάδας και της Οδύσσειας τον 2ο αιώνα π.Χ., ο επίσης τον 2ο αιώνα π.Χ. Ελλάνικος, μαθητής του Αγαθοκλή, καθώς και άλλοι που ονόμαζαν τους Ομηρίδες όντως απογόνους του θεσπέσιου ποιητή.
Όπως οι ενδείξεις υποδηλώνουν και από χιακή συγγραφή του 1ου αιώνα μ.Χ. επιβεβαιώνεται, στη Χίο υπήρχε κατά τους ιστορικούς χρόνους Ομήρειο Γυμνάσιο, αφιερωμένο στον ποιητή των θεών και των ηρώων, τον Όμηρο, τον οποίο ο θεός του Φωτός και της Μουσικής έστειλε στην ιωνική νήσο. Μέσα σε αυτό, όπου υπήρχαν ανηρτημένα αγάλματα και προτομές εξεχόντων Χίων πολιτών, απέδιδαν τιμές ήρωα στον αρχηγέτη της ποίησης Όμηρο -χωρίς να είναι γνωστός ο τρόπος απονομής τους- εψάλλοντο ίσως από ραψωδούς, από τους Ομηρίδες, τα έπη του μεγάλου ποιητή, πιθανόν μπροστά στον ανδριάντα του, και ετελούντο επίσημα αγώνες.
Η απόδοση τιμών ήρωα στον Όμηρο δεν αποκλείεται, ωστόσο, να γινόταν και σε βωμό του ποιητή, που πιθανόν να υπήρχε στο ιερό της Κυβέλης και να ετελούντο εκεί οι ιεροτελεστίες, οι οποίες συνεχίσθηκαν ως τους αυτοκρατορικούς χρόνους. Η υπόθεση αυτή εξηγεί γιατί η λαϊκή φαντασία συνέδεσε τη Δασκαλόπετρα του Βροντάδου με τον μεγάλο αοιδό.
"Πάντα ειπών Χίος Όμηρος"

Κατά τους αγώνες αυτούς, που πιθανόν να περιελάμβαναν και γυμνικούς και μουσικούς, και ετελούντο ανά πενταετία, έστελλαν δώρα όλες οι ελληνικές πόλεις. Οι Αργείοι μάλιστα έστελλαν προς τιμήν του ποιητή, που ύμνησε και απαθανάτισε την πόλη τους και τους προγόνους τους στην Ιλιάδα, τακτικά δώρα και αναθήματα. Από αυτό γίνεται φανερό ότι οι αγώνες δεν ήταν απλά τοπικοί, αλλά πανελλήνιοι.
Όπως γράφει ο ιστορικός Έφορος ο Κυμαίος στο έργο του "Περί Ομήρου γενέσεως και βιοτής" (κεφ. 23 παράγρ. 20), όχι μόνο πολλά έργα του στη Χίο συνέθεσε ο γόνιμος νους της αρχαίας Ελλάδας Όμηρος, αλλά και στη Χίο ενυμφεύθη (σελ. 32-3) την Αρησιφόνη την Γνώτορος, θυγατέρα του Κυμαίου, και απέκτησε δύο γιους, τον Ευρυφώντα και τον Θεόλαο, και μία θυγατέρα, την οποία ενυμφεύθη ο Στασίνος ο Κύπριος.
Τη μορφή του μεγάλου αοιδού και διδασκάλου των Ομηριδών έφερε κατά τον Πλούταρχο (Λυκούργ. 4) το χιακό νόμισμα. "Μυτιληναίοι Σαπφώ τω νομίσματι ενεχάραττον, Χίοι δε Όμηρον". Την ίδια ακόμη φράση επαναλαμβάνει και ο Πολυδεύκης Ιούλιος τον 2ο αιώνα μ.Χ. στο περίφημο "Ονομαστικόν" του. Σε νομίσματα που βρέθηκαν στη Χίο υπήρχε επίσης η επιγραφή: "Πάντα ειπών και πάντα νοήσας Χίος Όμηρος". Αλλά και νομίσματα της Χίου από την ελληνιστική και τη ρωμαϊκή εποχή έφεραν στον οπισθότυπο τη μορφή του Ομήρου, διεκδικώντας και με αυτόν ίσως τον τρόπο, βάσει των ισχυρών παραδόσεων και των αρχαίων κειμένων και με πλήρη επίγνωση της ομηρικής κληρονομιάς τους, την πατρότητα του Ομήρου. Ένα τέτοιο νόμισμα είναι εκτεθειμένο κατά μαρτυρία του ιστορικού Χαρ. Αλιμονάκη (Χίος, η νήσος εν τη αρχαιότητι", 1882, σελ. 32, 5) στο Νομισματικό Μουσείο του Βερολίνου.
Τη συνύπαρξη στο αρχαίο χιακό νόμισμα της Χιακής Σφίγγας από τη μια πλευρά του, συμβόλου δηλαδή της Χίου, που κατά τους ιστορικούς υποδηλώνει τη σοφία και τη μυστικότητα της φύσης και στην άλλη την αναπαράσταση του "Χίου Ομήρου", συμβόλου του πνεύματος και της τέχνης, αναφέρει ο ιστορικός της Χίου Λέων ο Αλλάτιος και παράλληλα τη θεωρεί ως αδιάψευστη μαρτυρία για τη χιακή καταγωγή του μεγάλου διδάσκαλου.
Και τη γλώσσα όμως των Χίων επέλεξε ο "ίσος αθανάτοις" ποιητής για τα έργα του, γλώσσα "είπερ προς τας μαλακάς της νήσου αύρας αναλογούσα, τραχύτητα μεν πάσαν οσημέραι επί μάλλον απεβάλλετο, εις ποίησίν τε δε πρώτον και εις λόγον έπειτ' επιτηδεία εγένετο". (Αλιμονάκη Χαρ. ό.π., σελ. 33).
Αλλά και από όλες τις εκδόσεις των Ομηρικών επών, από τις πολιτικές, τις κατά πόλεως από τις εκ της πόλεως, και μνημονεύονται αρκετές, όπως η Μασσαλιωτική, η Σινωπική, η Αργολική, η Κυπρία, η Κρητική, πληρέστερη και ακριβέστερη είναι η Χία, η οποία οφείλεται στην Ομηρική Σχολή.
Εύνοια προς τον Έκτορα

Η πεποίθηση ότι ο Όμηρος ήταν Χίος ισχυροποιείται ακόμη από την εύνοια και τον σεβασμό που ο ποιητής, μολονότι Έλληνας, έδειξε προς τον αγωνιζόμενο για την πατρίδα του, τη γυναίκα και το τέκνο του, Έκτορα. Κατά τον Ίωνα τον Χίο, η εύνοια γεννήθηκε από τον ομώνυμο ήρωα της νήσου, Έκτορα, έκγονο του Αμφίκλου, ο οποίος ήλθε από την Ιστιαία της Ευβοίας και έλαβε τη βασιλεία της Χίου, αφού εξεδίωξε τους Άβαντες και τους Κάρες και με τη νίκη του στον Πανιώνιον, δηλαδή στη Σύνοδο των Ιώνων, έλαβε τον ιωνικό τρίποδα.
Το ότι ο ποιητής έζησε στις μικρασιατικές ακτές ή σε κοντινό προς την Ιωνία νησί γίνεται φανερό ακόμη και από την 1, 4-6 ραψωδία της Ιλιάδας, όπου αναφέρει ότι οι άνεμοι Βοριάς και Ζέφυρος πνέουν από τη Θράκη,
Ως δ' άνεμος δύο πόντων ορίνετον ιχθυόεντα
Βορρέης και Ζέφυρος τω τε Θρήκηθεν άητον
(Πώς ψαροθρόφα θάλασσα δύο άνεμοι αντάμα δέρνουν
Βοριάς και Ζέφυρος, άμα έξαφνα πλακώσει μέσα από τη Θράκη)
(μετ. Α. Πάλλη)
πράγμα που συμβαίνει μόνο στη Σμύρνη ή στη Χίο. Επειδή όμως στην Ιλιάδα υπάρχουν δύο χωρία (Ψ, 226-227 και Ω, 12-13) που αποκλείουν τη Σμύρνη, αφού, όπως επισημαίνουν η ροδοδάκτυλος ηώς έρχεται από τη θάλασσα, δηλαδή ο ήλιος ανατέλλει από την θάλασσα, και ο κατοικών στη Σμύρνη δεν βλέπει την ηώ από τη θάλασσα, αλλά από τα βάθη της ηπείρου, από τα βουνά, συνεπάγεται ότι ο ποιητής δεν διέτριβε στη Σμύρνη, όταν έγραψε τους στίχους αυτούς. Πιθανόν, λοιπόν, να ζούσε σε ένα από τα γειτονικά στη Μ. Ασία νησιά, στα οποία και ο ήλιος ανατέλλει από τη θάλασσα και από τα οποία ήταν εύκολο να διαπεραιωθεί στην απέναντι μικρασιατική ακτή. Κανένα όμως από τα γειτονικά νησιά δεν διεκδίκησε την πατρότητα του Ομήρου εκτός από τη Χίο και μάλιστα από τα πολύ κοντινά προς τον ποιητή χρόνια, πριν άλλες ελληνικές πόλεις προβάλουν αξιώσεις.
Και οι επτά ακόμη Βίοι του Ομήρου, όπως ο Βίος του Πρόκλου, ο Βίος του Ησυχίου, η Vita Romana και άλλα συνδέουν τον ποιητή με τη Χίο. Εκτενέστερος είναι ο Ψευδοπροδότου Βίος που περιγράφει την άφιξη του Ομήρου στη Χίο, την περιπλάνησή του στο οροπέδιο του Αίπους, τη διέλευσή του από το χωριό Πιτυούς και τη Βολισσό, καθώς και τη μετάβασή του στην πόλη της Χίου, όπου "διδασκαλείον κατασκευασάμενος εδίδασκε παίδας τα έπεα". Στο κεφ. 20 μάλιστα ο Ηρόδοτος γράφει: "την δε ημέραν πορευόμενος και πλανώμενος απίκετο εις το χωρίον τούτο, ο Πίτυς καλέεται... κανταύθα αυτώ αναπαυομένω την νύκτα επιπίπτει καρπός τις πίτυος, ον δη μετεξέτεροι στρόβιλον, οι δε κώνον καλέουσιν" (την ημέρα πορευόμενος και πλανώμενος έφτασε στο χωριό αυτό που Πίτυς ονομάζεται... και εδώ, ενώ αυτός αναπαυόταν τη νύχτα, πέφτει κάποιος καρπός πεύκου, τον οποίο μερικοί στρόβιλο ονομάζουν, άλλοι δε κώνο). Και παρά τα μυθικά στοιχεία που οι Βίοι αυτοί περιέχουν, αποτελούν τη μοναδική πηγή πολλών ομηρικών παραδόσεων, οι οποίες επιζούν μέχρι σήμερα στο στόμα του χιακού λαού, γιατί, μολονότι εγράφησαν κατά τους αυτοκρατορικούς χρόνους στηρίζονται σε πολύ αρχαιότερη παράδοση.
Η αξίωση της νήσου Χίου να διεκδικήσει τον γενέθλιο τόπο του "θείου αοιδού" ενισχύεται ακόμη και από τις καταγραφές των περιηγητών, που από τον 15ο αιώνα κατέκλυσαν το νησί, οι οποίοι παρατηρούν, παρά τους αιώνες που πέρασαν, πόσο νωπές είναι οι μνήμες για τον μεγάλο ραψωδό και πόσο η επιχώρια παράδοση επέτυχε τη διατήρησή τους.

Ο Κολόμβος γράφει...

Ο Χριστόφορος Μπουενδελμόντιος από τη Φλωρεντία (15ος αιώνας), που επί τέσσερα χρόνια περιήλθε τα νησιά του ανατολικού Αιγαίου, αγοράζοντας σύγχρονους ελληνικούς κώδικες, σωζόμενους σήμερα στη Βιβλιοθήκη των Μεδίκων της Φλωρεντίας, στο βιβλίο που εξέδωσε Liber Insularum Archipelagi, όσον αφορά στον Όμηρο, σημειώνει ότι δεν βρήκε κανένα συγγραφέα που να προσδιορίζει ακριβώς τη γενέτειρα του "ισόθεου αθανάτοις" Ομήρου, αφού όλα με το πέρασμα των αιώνων είχαν καταστραφεί. Ομιλεί όμως για την πόλη του Ομήρου που υπήρχε στη Χίο: "Πόλις τις πάλαι μετ' επαύλεως του Ομήρου λεγομένης καταλέγεται εις τη Απάνου μερέαν. Εν τη κατεστραμμένη ταύτη πόλει ευρίσκεται τάφος του ποιητού Ομήρου κατεστραμμένος εκ της μεγάλης αρχαιότητος" (Κυριακίδου Στίλπ. - Αργέντη Φιλ., "Η Χίος παρά τοις Γεωγράφοις και τοις περιηγηταίς", τόμ 1, σελ. 12-13).
Ο Χριστόφορος Κολόμβος, που ανακάλυψε την Αμερική, και που κατά την άποψή του πολλές πόλεις ακόμη και της Ιταλίας και της Κορσικής διεκδικούσαν την πατρότητα του Ομήρου, γράφει ότι περνώντας το 1474 από τη Χίο φιλοξενήθηκε στην έπαυλη του Γενοβέζου Άγγελου Ιουστινιάνι, η οποία ονομαζόταν Homerica, που σημαίνει ότι ακόμη και οι κατακτητές Γενοβέζοι είχαν μπολιαστεί από την επικρατούσα πεποίθηση.
Ο Γάλλος Κορδελλέριος μοναχός Αντρέ Τεβέ, τον 16ο αιώνα (1502-1590), ο οποίος έπειτα από δίμηνη παραμονή στη Χίο προσελήφθη ως ιερέας στα ανάκτορα της Αικατερίνης των Μεδίκων και έλαβε από αυτήν τον τίτλο του κοσμογράφου του βασιλέως, εις το Cosmographie Universelle, δίτομο έργο του, γράφει ότι οι Χίοι "ισχυρίζονται ότι έχουν το μνήμα του ρηθέντος ποιητού, το οποίον είδον παρά το κάστρον Βολισσού εις ερείπια άτινα ονόμασαν Άγιον Ηλία". Και πιο κάτω ότι "υπό τινων Ελλήνων ωδηγήθη εις Καρδάμυλα, τόπον αρκετά μονήρη εις απόστασιν πέντε λευγών από της πόλεως... με την παλαιάν ιστορίαν... ότι το μέρος τούτο ήτο ο πραγματικός τόπος, όπου ευρίσκετο άλλοτε η Βιβλιοθήκη του ρηθέντος Ομήρου" (Κυριακίδου-Αργέντη, ό.π., σελ. 53).
Και από τον περιηγητή Ζαν ντε Κοντώ Μπιρόν, τον 17ο αιώνα επίσης, διατυπώνεται η ίδια άποψη "...προς δυσμάς του λιμένος των Καρδαμύλων απαντάται το όρος Άγιος Ηλίας, όπου υπάρχει παλαιός αρχοντικός πύργος εν τω οποίω λέγουσιν οι νησιώται ότι ευρίσκεται ο τάφος του Ομήρου και μάλιστα ισχυρίζονται ότι ο τόπος ούτος ήτο η πατρίς του έχων ακόμη το ομώνυμον χωρίον" (Κυριακίδου-Αργέντη, ό.π., σελ. 133).
Την ίδιαν άποψη διατυπώνει και ο περιηγητής Βικέντιος ντε Στοσόβ στο έργο του Voyages du Levant 1650-1662 (Tαξίδια στην Ανατολή 1650-1662). "O παραγόμενος ενταύθα οίνος μολονότι χρώματος ερυθρού είναι αρκετά καλός. Μας έδειξαν εκεί πλησίον χωρίον ονομαζόμενον Καρδάμυλα, όπου σώζονται πολλά ερείπια, τα οποία οι ντόπιοι ονομάζουν Σχολεία του Ομήρου και ισχυρίζονται ότι ο ποιητής ούτος εδίδαξε εδώ" (Κυριακίδου-Αργέντη, ό.π., σελ. 180).
Νέκταρ Ομήρου
Με πολλή ευχαρίστηση ο περιηγητής Τουρνεφόρ, που επισκέφθηκε τη Χίο το 1701, ομιλεί για τον οίνον των βορειοχώρων, τον Αριούσιον οίνον, όπως ονομαζόταν και πιστεύει ότι "το νέκταρ της Αριούσας πεδιάδας συνετέλεσε εις την εξύψωσιν της μεγαλοφυΐας του Ομήρου" κι ακόμη επισκέφθηκε την οικία του Ομήρου ευρισκομένη σε τόπον που φέρει το όνομα του μάγου της επικής ποίησης και ότι στη Βολισσό βρέθηκαν νομίσματα με εικονιζόμενο τον Όμηρο να κάθεται επάνω σε θρόνο και να κρατεί τα βιβλία του.
Και άλλοι, ωστόσο, περιηγητές κάνουν μνεία για τον οίνο του Ομήρου που προέρχεται από τας Αμπέλους του Ομήρου. Ο περιηγητής Ζ. Ολιβιέ το 1794 γράφει: "Aι κλιτύες των Ερείθων (παλαιά ονομασία της Βροντάδου) δίδουν εξαίρετον οίνον... γνωστόν εν Χίω με το όνομα νέκταρ του Ομήρου".
Το έτος 1739 ο Richmond Pococke επισκέπτεται τη Δασκαλόπετρα και να πώς την περιγράφει: "Eις το τέρμα της πεδιάδος ταύτης και προς το νότιον άκρον του κόλπου είναι το μέγα εκείνο λείψανο της αρχαιότητος, όπερ καλείται Σχολή του Ομήρου, κείται παρά την παραλίαν, εις τους πρόποδας όρους τινος καλουμένου Αίπους είναι μέρος εξέχοντος βράχου, η επιφάνεια του οποίου είναι λαξευμένη πέριξ, ώστε να σχηματίζη έδραν, ήτις νομίζω ότι είναι πολυγωνική με πλευράς ανίσους... είναι όντως πολύ τεθραυσμένη και παραμορφωμένη, η δε προς την θάλασσαν πλευρά έχει καταπέσει? εντός της έδρας ταύτης υπάρχει κύβος τρεις πόδες υψηλότερος... επί δε της προς την θάλασσαν πλευράς υπάρχει ανάγλυφος μορφή καθημένου και ανά μία μικροτέρα εκατέρωθεν? η εν τω μέσω υποτίθεται ότι παριστά τον Όμηρο, αι δε εκατέρωθεν δύο των Μουσών. Αι κεφαλαί των μορφών λείπουν. Τα αγάλματα των εκατέρωθεν του Ομήρου μορφών είναι τεθραυσμένα μέχρι της οσφύος... πολλοί φρονούν ότι οι στίχοι του Ομήρου εδιδάσκοντο ενταύθα".
Και ο σοφός της Χίου διδάσκαλος, ο Αδαμάντιος Κοραής, αποφαίνεται: "...ο Όμηρος, αν δεν είναι αναντίρρητος η εις την Χίον γέννησις αυτού, εις αυτήν όμως αναντιρρήτως διέτριψεν το πλειότερον μέρος της ζωής του, απ' αυτήν υιοθετήθη και αυτήν εγνώρισε πατρίδα του ούδ' ήθελεν προτιμήσειν την κατοίκησιν αυτής, αν δεν εύρισκε τους Χίους πλέον πολιτισμένους παρά τους λοιπούς Ίωνας και σοφωτέρους των ποιημάτων τους κριτάς" (Άτακτ. Γ', σελ. 37).
Ιστορική πλέον αλήθεια είναι, αφού όλοι οι βιογράφοι του "θείου αοιδού" συμφωνούν, καθώς και κάθε μνεία για τον μέγα διδάσκαλον της επικής ποίησης Όμηρο - ότι ο ποιητής διέτριψε στη Χίο και στη Χίο συνέθεσε τα θεία έργα του. Εάν, λοιπόν, γέννηση για τον Όμηρο εννοούμε τη γένεση των Ομηρικών επών σε αυτό τότε η παράδοση αληθεύει.

Πηγή 

Βιβλιογραφία: 
Αλιμονάκη Χαρ., Χίος η νήσος εν τη αρχαιότητι, 1882, σελ. 30-33. Αγνώστου, Ποικίλλαι Εκδόσεις, Η Χίος Γεωγραφία με ιστορικές και αρχαιολογικές σημειώσεις - Εκδ. Κασσιώτη 1950. Χίος, σελ. 76-77. Βλαστού Αλεξάνδρου, Χιακά - Εκδ. Χαβιάρα Χίος 2000, σελ. 117-119. Βίου Στυλ., Η Σύγχρονη και η Παλαιά Χίος, 1937, 15. Γεωργοπαπαδάκου Α., Ελληνική Γραμματολογία από τις αρχές μέχρι το τέλος του 6ου μ.Χ. αιώνα, 1970, σελ. 23-44. Εγκυκλοπαιδικόν Λεξικόν Ηλίου, Το Αρχαίον Ελληνικόν Πνεύμα, έκδ. 2η, σελ. ιζ-λδ', Εγκυκλοπαιδικόν Λεξικόν Ελευθερουδάκη, Όμηρος, τόμ. 10, σελ. 68-69? Flaceliere Robert, Ιστορία της Αρχαίας Ελληνικής Λογοτεχνίας, Αθήναι 1974, σελ. 15-106. Ζαχαρού-Λουτράρη Αθηνά, Χιακή Σφίγγα σελ. 89, 92, 150, 152, 161-168, 173, 174? Ζολώτα Γ., Ιστορία της Χίου, τόμ. Α', σελ. 208-210, 304-305, τόμ. Β', σελ. 18-33, Η Χίος? Γεωγραφία με ιστορικές και Αρχαιολογικές σημειώσεις, Εκδ. Κασσιώτη, Χίος 1950, σελ. 76-77. Jacqueline Ελληνική Γραμματολογία, Εκδ. Καρδαμίτσα, σελ. 17-47. Κούμα Μ. Κ., Ιστορία των ανθρωπίνων Πράξεων, Βιέννη, 1830, τόμ. Α', σελ. 405-406, τόμ. Ι', 403-406. Κραντς Βάλτερ, Ιστορία της Αρχαίας Ελληνικής Λογοτεχνίας, 1953, σελ. 13-48. Κυριακίδου Στιλπ. - Αργέντη Φιλ. Η Χίος παρά τοις Γεωγράφοις και τοις Περιηγηταίς, τόμ. 1, σελ. 13, 52-54, 120-122, 180-182, 193, 216, 272, 421-423, 476, 514-515). Μιστριώτου, Γ., Ελληνική Γραμματολογία, 1894, τόμ. 1, σελ. 77-133. Μιστριώτου Γ., Ιστορία των Ομηρικών επών, 1903. Μπούρα Χαρ., Οδηγοί της Ελλάδος, Αθήναι 1974, σελ. 65-66. Εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος Λαρούς Μπριτάννικα τόμ. 47, σελ. 15-26. Μurray Gil., Ιστορία της Αρχαίας Ελληνικής Λογοτεχνίας 1974, σελ. γ-κγ' και 1-53. Σαρικάκη Θεοδ. Η Χίος., Νέα Υόρκη 1950, σελ. 118-128. Σαρικάκη Θεοδ., Η Χίος στην Αρχαιότητα, Αθήναι 1998, σελ. 41-48, 56, 71, 129, 255, 281, 295, 297. Σκιαδά Αριστ. εις Χιακή Επιθεώρησις, Ο Όμηρος ως μέτρον και κριτήριον ποιητικής αξίας, τεύχ. 17-18/1968, σελ. 105-112. Σταμάτη Μ. Κώστα, Το Ομηρικό ζήτημα, Διάλεξη. Σταμάτη Μ. Κώστα, Όμηρος ο Βουκολικός, Μελέτη, Αθήνα 1978, Στεφάνου Αντ. εις Περιοδ. Ζήνων, Αφιέρωμα τιμής στη Χίο, σελ. 139. Σύντομη Διαχρονική Παρουσίαση της Χίου, Ο.Χ.Σ.Α., Αύγουστος 1991. Χαροκόπου Αντ. Ο Όμηρος και η Χίος 1963. Χίος.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου