«Ο Βασιλικός Κήπος στα μέσα του 19ου αιώνα. Άγνωστος φωτογράφος. Εθνικό Ιστορικό Μουσείο.»
Στιγμιότυπα Ιστορίας
Η άφιξη του Οδυσσέα στη Σχερία, το νησί των Φαιάκων, αποτελεί την πρώτη, μετά από οκτώ χρόνια, συνάντηση με ανθρώπους και τον τελευταίο σταθμό πριν την Ιθάκη.
Ο πραγματικός χρόνος παραμονής του Οδυσσέα στη Σχερία είναι τρεις
μέρες, ενώ μέσα από μία αναδρομική αφήγηση με αποδέκτη τον βασιλιά
Αλκίνοο ο ήρωας ανακαλεί τα προηγούμενα χρόνια των περιπλανήσεών του
(ραψωδίες ι-μ).
Το νησί των Φαιάκων συνδέει το παρελθόν
με το μέλλον του Οδυσσέα, το πριν με το μετά. Μέσα από το τραγούδι του
Δημόδοκου ο ήρωας ξαναζεί το ηρωικό παρελθόν της Τροίας, το οποίο θα
χρειαστεί και στο μέλλον για να αντιμετωπίσει τους μνηστήρες. Το
επεισόδιο των Φαιάκων έρχεται κυρίως σε αντίθεση τόσο με το επεισόδιο
της Καλυψούς που προηγήθηκε (ραψωδία ε) όσο και με την κατάσταση στην
Ιθάκη που θα ακολουθήσει (ραψωδίες ν και εξής). Από την
απραξία στο νησί της Καλυψούς περνάμε στην πλήρη δράση και ζωντάνια στο
νησί των Φαιάκων. Από τις ιδανικές συνθήκες, την ειρηνική ζωή και
φιλοξενία των Φαιάκων θα περάσουμε στην αταξία της Ιθάκης, στην απόρριψη
του ξένου-Οδυσσέα από τους αφιλόξενους μνηστήρες και στον αγώνα
αποκατάστασης του δικαίου στο βασίλειό του. Η αρμονία του οίκου του
Αλκίνοου και η άριστη συζυγική του σχέση με την Αρήτη προοικονομούν την
αρμονία που θα επέλθει και στον οίκο του Οδυσσέα, καθώς και την
επανασύνδεσή του με την Πηνελόπη. Ύστερα από τους υπερφυσικούς αγώνες,
την επτάχρονη απραξία και το ναυάγιο, ο Οδυσσέας περνά σε μια νέα
κατάσταση. Αναγεννιέται στη Σχερία, ανακτά οριστικά πλέον την ταυτότητά του και είναι έτοιμος να εισέλθει στον πραγματικό κόσμο.
Πάνω από όλα, η ραψωδία ζ φέρνει τον Οδυσσέα αντιμέτωπο με έναν ακόμη μεγάλο θηλυκό πειρασμό, τη Ναυσικά, τον τελευταίο και ίσως τον μεγαλύτερο πριν την επιστροφή.
Η Καλυψώ δοκίμασε τον Οδυσσέα προσφέροντάς του το δώρο της αιώνιας
νιότης και της αθανασίας, καθώς και το άφθιτο κορμί μιας αειθαλούς θεάς.
Η Ναυσικά — βασιλοκόρη σε ηλικία γάμου, αγνή, παρθενική, ευλογημένη,
κινούμενη οριακά ανάμεσα στην «ιστορία» και το παραμύθι, ανάμεσα στη
γυναίκα και τη θεά — συνιστά ό,τι πλησιέστερο στην Πηνελόπη έχει μέχρι τώρα βρεθεί στον δρόμο του Οδυσσέα. Όπως και στην περίπτωση της Καλυψούς, όμως, ο Οδυσσέας παραμένει απερίσπαστα προσηλωμένος στον νόστο. Αντιμετωπίζει και τη Ναυσικά, όπως και την Καλυψώ, με όπλο τη μῆτιν. Το κλίμα βεβαίως στο έψιλον ήταν βαρύ. Στο ζήτα ο ποιητής ελαφραίνει την ατμόσφαιρα, σχεδόν παίζει.
Όπως σημειώνει εύστοχα ο Harold Bloom, το
νησί της Καλυψούς δεν ήταν μόνο συμβολικός τάφος για τον Οδυσσέα, αλλά
και νοητή μήτρα, μέσα από την οποία στο ζήτα ξαναγεννιέται. Η
ραψωδία έψιλον τελειώνει με την εικόνα του Οδυσσέα στην ακτή της
Σχερίας να σκεπάζεται με ένα στρώμα από φύλλα. Η παρομοίωση που
συνοδεύει την εικόνα είναι εντυπωσιακή: τα φύλλα προφυλάσσουν τη σπίθα
της ζωής στο γυμνό σώμα του Οδυσσέα, όπως σκεπάζει κανείς ένα δαυλό κάτω
από την τέφρα σπέρμα πυρὸς σῴζων (ε, 488-90). Όταν ο Οδυσσέας
ανορθώνεται γυμνός από τον ύπνο (ζ, 117), αλλά και από το λουτρό του
λίγο αργότερα (ζ, 223-37), είναι κυριολεκτικά αναζωογονημένος, θα έλεγε
κανείς αναγεννημένος. Πρόκειται για την πρώτη από τις δύο
μεταμορφώσεις (η δεύτερη είναι το αντίστοιχο λουτρό στο ψ), που θα
αποκαταστήσουν τον ήρωα στην προτέρα (πριν τις περιπλανήσεις) κατάστασή
του.
Ο Οδυσσέας φτάνει στο νησί των Φαιάκων ναυαγός, γυμνός, εξαντλημένος και εντελώς μόνος. Ο ήρωας βρίσκεται στη χειρότερη θέση που βρέθηκε ποτέ από τότε που ξεκίνησε το ταξίδι της επιστροφής. Έχει υπομείνει τα πάντα, έχει χάσει τα πάντα (προσέξτε ότι στον πρώτο ήδη στίχο της ραψωδίας χαρακτηρίζεται πολύτλας)
και βιώνει την υψίστη ταπείνωση (γυμνός να εξαρτάται όχι τουλάχιστον
από μια θεά, όπως όταν θα αφιχθεί στην Ιθάκη, αλλά από ένα απλό
κορίτσι). Από το σημείο μηδέν θα ξεκινήσει η τελευταία φάση της
επιστροφής του (και πάλι με την επέμβαση της Αθηνάς).
ΤΙ ΕΞΥΠΗΡΕΤΕΙ Η ‘ΚΑΘΥΣΤΕΡΗΣΗ’ ΣΤΗ ΣΧΕΡΙΑ;
Σε αντίθεση με την άθλια κατάσταση του Οδυσσέα βρίσκονται οι συνθήκες που επικρατούν στον τόπο όπου έφτασε: η Σχερία αποτελεί επίγειο παράδεισο που μπορεί να του παράσχει τα πάντα. Οι Φαίακες βρίσκονται στον αντίποδα της σκληρότητας και βαρβαρότητας που συνάντησε μέχρι τώρα ο Οδυσσέας. Ο
τόπος τους έχει στοιχεία που παραπέμπουν στην Ιθάκη, όπως και κάθε άλλη
πολιτισμένη γη: έχουν οργανωμένη διοίκηση με σύστημα βασιλείας ανάλογο
αυτού της Ιθάκης· έχουν ανάκτορα που μπορούν να παραλληλιστούν με το
παλάτι του Οδυσσέα, του Νέστορα, του Μενέλαου· πλούσια σπίτια και
εξαιρετικούς κήπους, όπως ο κήπος του Λαέρτη. Έχουν όλα τα στοιχεία που
αναγνωρίζουμε και στις άλλες πόλεις της Οδύσσειας, αλλά κατά τρόπο υπέρτερο, σχεδόν υπερβατικό.
Το νησί των Φαιάκων συνιστά όντως ουτοπία, έναν κόσμο που βρίσκεται στα όρια φαντασίας και πραγματικότητας.
Στη Σχερία κατοικούν θνητοί (ζ, 201-5) που συναναστρέφονται όμως άνετα
με θεούς (η, 201-6). Έχουν πλούτο, ειρήνη, απόλυτη ηρεμία και ευτυχία,
ενώ τα πλοία τους ταξιδεύουν με τρόπο μαγικό (θ, 557-63). Μέχρι τώρα ο
Οδυσσέας αντιμετώπισε τέρατα και θεότητες (Κύκλωπες, Κίρκη, Λωτοφάγοι,
Καλυψώ κ.λπ.), έζησε στον κόσμο της φαντασίας, σε εξωπραγματικό
χωροχρόνο και χειρίστηκε αποτελεσματικά και με επιτυχία κάθε δυσκολία
που του παρουσιάστηκε. Η μετάβαση στον κόσμο της
πραγματικότητας και του πολιτισμού, η άφιξη στην Ιθάκη, δεν μπορεί να
γίνει βίαια. Ο ήρωας περνά από έναν ενδιάμεσο κόσμο, ο οποίος συνδέει τους άλλους δύο, διαμετρικά αντίθετους. Είναι εμφανής η οργάνωση της Οδύσσειας γύρω από δύο πόλους, της φαντασίας και της πραγματικότητας. Μεταξύ τους βρίσκεται η Σχερία.Η παραμονή στη Σχερία καθίσταται για τον Οδυσσέα η τελευταία δυσκολία πριν την Ιθάκη, ο τελευταίος πειρασμός. Ο Οδυσσέας καλείται να επιλέξει μεταξύ του νησιού των Φαιάκων και της πατρίδας του, αλλά επίσης μεταξύ της Ναυσικάς και της Πηνελόπης. Έχει τη δυνατότητα να παραμείνει και να ζήσει σε αυτή τη χώρα, που είναι μεν ανθρώπινη, αλλά όλα σε αυτήν λειτουργούν μαγικά. Απορρίπτει όμως την πρόταση του Αλκίνοου να γίνει γαμπρός του (η, 313), όπως απέρριψε την πρόταση της Κίρκης και της Καλυψούς. Ξανά, πουθενά δεν αφήνεται να εννοηθεί ότι ο Οδυσσέας σκέφτεται καν τον γάμο που του προσφέρεται, αφού σε καμιά περίπτωση δεν επιθυμεί να παραμείνει στη Σχερία. Επιβεβαιώνεται έτσι ο χαρακτηρισμός που θα αποδώσει στον Οδυσσέα ο Ευρύλοχος, ότι δηλαδή είναι φτιαγμένος από σίδερο και πως τίποτε δεν τον αγγίζει, σε αντίθεση με τους συντρόφους του (ἦ ῥά νυ σοί γε σιδήρεα πάντα τέτυκται, μ, 280). Ο Οδυσσέας μένει ανέπαφος από τον ιδανικό, αλλά τόσο απόμακρο, κόσμο των Φαιάκων.
Στο νησί της Καλυψούς ο ήρωας αρνήθηκε
την αθανασία, αλλά ακόμη απείχε από τον κόσμο των θνητών (η Ωγυγία ήταν
πολύ μακρινή ακόμα και για τους ίδιους τους θεούς, σύμφωνα με τον Ερμή,
βλ. ε, 100-102). Στο νησί των Φαιάκων καλείται να επιβεβαιώσει ότι όντως
επιλέγει τη θνητότητα. Μόνο όταν ο Οδυσσέας αρνείται την προοπτική παραμονής του στη Σχερία, αποκαθίσταται ως ήρωας μεταξύ των Φαιάκων
(αποδοχή από τους Φαίακες, αποκάλυψη της ταυτότητάς του, συμμετοχή
στους αγώνες) και παίρνει πλούσια δώρα, έτοιμος πια να επιστρέψει στον
πραγματικό κόσμο και στην Ιθάκη.
Η πιο σημαντική, επομένως, λειτουργία της παρουσίας του
Οδυσσέα στο νησί των Φαιάκων είναι να τον προετοιμάσει για το ταξίδι του
στον πραγματικό κόσμο, αφού πρώτα ο ήρωας αποκαταστήσει τις σχέσεις του
με την κοινωνία και επιβεβαιώσει για μια ακόμη φορά την επιλογή της
θνητότητας αντί της αθανασίας. Ο Οδυσσέας φτάνει στη
Σχερία ύστερα από το μεγαλύτερο και πιο επικίνδυνο ταξίδι του (διήρκεσε
20 μέρες, διπλάσιο δηλαδή χρόνο από όσο χρειάστηκε για να φτάσει από το
νησί του Ήλιου στην Ωγυγία), ναυαγός, γυμνός, μόνος και αβοήθητος, στο
έσχατο σημείο των παθών του. Ύστερα από τρεις μέρες θα φτάσει στην Ιθάκη
μόνος, θα καλυφθεί με κουρέλια και θα κρύψει τα δώρα των Φαιάκων σε μια
σπηλιά. Μεταξύ των δύο αφίξεων έχει μεσολαβήσει η αποδοχή του από τους
Φαίακες και η αποκατάστασή του ως ήρωα.
Το επεισόδιο ξεκινά με την επέμβαση της Αθηνάς, η οποία εμφανίζεται
στον ύπνο της Ναυσικάς με τη μορφή μιας συνομήλικής της και της
υποβάλλει την ιδέα να κατέβει στην παραλία για να πλύνει. Είναι
σημαντικό για τους συμβολισμούς της σκηνής (αποτελεί, είπαμε, για τον
Οδυσσέα τον τελευταίο πειρασμό) ότι αυτή η πράξη συνδέεται με το ότι η
Ναυσικά βρίσκεται σε ηλικία γάμου, άρα η μπουγάδα προβάλλει τρόπον τινά
ως προγαμιαία πράξη.Στον στ. 110, η Ναυσικά (από το ναῦς + καίνυμαι: αυτή που υπερέχει, διακρίνεται για τα πλοία) μαζί με τις υπηρέτριες έχει πλύνει τα ρούχα και είναι έτοιμη να επιστρέψει στο παλάτι χωρίς να συναντήσει τον Οδυσσέα. Ο ρόλος της θεάς είναι ακόμα μια φορά καταλυτικός. Η μπάλα χάνει τον στόχο της την κατάλληλη στιγμή και οι φωνές των κοριτσιών ξυπνούν τον Οδυσσέα που διερωτάται σε ποια χώρα βρέθηκε πάλι (σημειωτέον, οι στίχοι ζ 120-21 είναι πανομοιότυποι με τους στ. ι 175-6, με τους οποίους ο Οδυσσέας σημαίνει την άφιξή του στο νησί των Κυκλώπων). Δεν ξέρει αν ακούει φωνές νυμφών (που δεν θα ήταν παράξενο σε μια τέτοια ερημιά) ή γυναικών. Για πρώτη φορά ύστερα από οκτώ χρόνια ο Οδυσσέας συναντά άνθρωπο και για πρώτη φορά στην Οδύσσεια διερωτάται για το χαρακτήρα των κατοίκων της χώρας που έφτασε. Καλύπτει τη γύμνια του με ένα κλαδί και εμφανίζεται μπροστά τους.
Είναι αναγκαίο να υπενθυμίσουμε εδώ κάποια σημεία. Η Ναυσικά πήγε στο ποτάμι όχι μόνη, αλλά συνοδευόμενη από τις υπηρέτριές της (ζ, 84). Η συνοδεία για τις γυναίκες αποτελούσε σύμβολο στάτους και εγγύηση κοσμιότητας (πρβλ. την Πηνελόπη, που πάντα εμφανίζεται συνοδευόμενη). Επίσης, πρέπει να διατηρούμε υπόψη μας ότι το μέρος, όπως περιγράφεται, ήταν απόμερο, υπήρχε δάσος και ποτάμι που χυνόταν στη θάλασσα.
ΚΙΝΔΥΝΟΣ, ΑΛΛΑ ΠΟΙΟΣ ΚΙΝΔΥΝΕΥΕΙ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ;
Η περιγραφή, λοιπόν, του χώρου σε συνδυασμό με την παρουσία κοριτσιών δημιουργεί την αίσθηση πιθανού κινδύνου. Μια λεπτομέρεια εδώ είναι πολύ σημαντική: το μαντίλι (κρήδεμνον). Αφού τελείωσαν την εργασία τους, όλες οι κοπέλες έβγαλαν το μαντίλι (ζ 100) και άρχισαν να παίζουν ακάλυπτες στην ακρογιαλιά. Το μαντίλι κάλυπτε το κεφάλι ως σύμβολο αρετής, ταπεινότητας και σεμνότητας των γυναικών. Με την αποκάλυψη, επομένως, της κεφαλής τους παρουσιάζονται να αψηφούν τον ενδεχόμενο κίνδυνο. Κι όμως χωρίς το κρήδεμνον οι κοπέλες δεν είναι μόνο ευάλωτες· είναι ταυτοχρόνως και σεξουαλικές (είναι ταυτόχρονα, δηλαδή, πιθανά θύματα σεξουαλικής βίας, αλλά και πλανεύτρες). Μια ακόμη λεπτομέρεια εδώ κραυγάζει. Τα κορίτσια όντως τρομάζουν και διασκορπίζονται στη θέα του Οδυσσέα. Η μόνη που παραμένει στη θέση της είναι η Ναυσικά και μάλιστα χωρίς το κρήδεμνον. Η «γύμνια» της αυτή είναι ενδεικτική της δισημίας που επισημάναμε: μπροστά στον Οδυσσέα η Ναυσικά είναι ανυπεράσπιστο κορίτσι στην ερημιά, αλλά δυνητικά επίσης ισχυρός πομπός σεξουαλικότητας, γητεύτρα νύμφη, που θα μπορούσε να τον εκτροχιάσει εκ νέου.Όλο το σκηνικό και το κλίμα του επεισοδίου λοιπόν έχουν διαμορφωθεί έτσι ώστε η εμφάνιση του γυμνού Οδυσσέα μπροστά στις ακάλυπτες κορασίδες να θεωρηθεί ως απειλή τόσο γι’ αυτές όσο και για τον ίδιο, εφόσον βρίσκεται ενώπιον ενός ακόμη πειρασμού, αυτή τη φορά στο πρόσωπο της νεαρής κοπέλας, που τόσο μοιάζει με νύμφη ή με θεά. Προσέξτε τις «ανησυχητικές» ομοιότητες της Ναυσικάς με την Καλυψώ: την ιδεώδη ομορφιά, το απομονωμένο, παραδείσιο περιβάλλον και τέλος το τραγούδι. Τόσο η Καλυψώ όσο και η Ναυσικά παρουσιάζονται να τραγουδούν: πρβλ. ε, 67 και ζ, 101-9. Τέτοια όμως είναι η τέχνη του ποιητή, που είναι αμφίβολο αν οι καταληκτικοί στίχοι του χωρίου (ζ, 107-9), στίχοι οι οποίοι ψέλνουν τις χάρες μιας αχράντου παρθένου, που ξεχωρίζει ανάμεσα στις ακολούθους της, συνεχίζουν το τραγούδι της κόρης του Αλκίνοου για την Άρτεμη ή αν είναι λόγια του ποιητή που περιγράφουν τη Ναυσικά την ίδια: αοιδός (Ναυσικά) και «θέμα» του τραγουδιού (Άρτεμη) συγχωνεύονται περίτεχνα.
Η παρομοίωση με την οποία εισάγεται ο Οδυσσέας στο οπτικό πεδίο των κοριτσιών αξίζει επίσης την προσοχή μας (ζ, 130-6): όπως το άγριο λιοντάρι ορμά πεινασμένο στα κοπάδια και αρπάζει τη λεία του, έτσι εμφανίστηκε και ο Οδυσσέας σπρωγμένος από την ανάγκη. Η παρομοίωση αφενός αποδίδει παραστατικά τις συνθήκες του επεισοδίου και τους συνειρμούς που προκαλούνται, αφετέρου αναδεικνύει τη Ναυσικά, που τολμά να σταθεί μόνη της απέναντι στον άγνωστο. Η παρομοίωση όμως ενέχει επίσης κάτι σχεδόν κωμικό: είναι παρομοίωση η οποία κυριολεκτικώς περιγράφει την εφόρμηση του ιλιαδικού ήρωα (πρβλ. Ιλ, Λ, 299 κ.ε.) και που τώρα μετατοπίζεται στην κίνηση ενός γυμνού και απελπισμένου άνδρα, που το μόνο του δίλημμα είναι αν θα ικετέψει ή αν θα καλοπιάσει! Η «καθίζηση» του επικού επιπέδου είναι εδώ εκκωφαντική. Ανάλογη ίσως είναι και η σκηνή στο μ, 222 κ.ε., όταν ο Οδυσσέας καταδὺς κλυτὰ τεύχεα με τον τρόπο του ιλιαδικού ήρωα ετοιμάζεται να αντιμετωπίσει τη Σκύλλα (ζ, 228), για να αναγκαστεί όμως απλά να υποχωρήσει μπροστά σ’ αυτή την ἄπρηκτον ἀνίην, ένα καθαρά οδυσσειακό τέρας (μ, 223). Λίγο πιο πάνω, μάλιστα, η Κίρκη είχε ουσιαστικά χαρακτηρίσει ανοησία (σχέτλιε, μ 116) το να μεταφέρει κανείς το ήθος της Ιλιάδος στον κόσμο της Οδύσσειας!
ΣΑΓΗΝΕΥΟΝΤΑΣ ΤΗ ΝΑΥΣΙΚΑ
Ο Οδυσσέας αποφασίζει να μην προβεί σε επίσημη χειρονομία ικεσίας, για να μην τρομάξει τη Ναυσικά. Την προσφωνεί ικετευτικά, προσποιείται ότι δεν μπορεί να διακρίνει αν είναι θεά ή άνθρωπος και εγκωμιάζει την εξαιρετική της ομορφιά (ικεσία και εγκώμιο μαζί). Ακολούθως κάνει σύντομη αναφορά στα πάθη του, για να εξασφαλίσει τον οίκτο και τη συμπάθειά της (αυτό που στη ρητορική θα ονομαστεί captatio benevolentiae) εκφράζοντας φόβο για πιθανά νέα πάθη. Κλείνει το λόγο του θέτοντας τα αιτήματά του και διατυπώνοντας ευχές, αφού προεξοφλεί ότι θα πάρει τη βοήθεια που ζητά (αίτημα, ευχές).Ο λόγος του Οδυσσέα είναι στέρεα δομημένος και δεν μπορεί παρά να αποδειχθεί επιτυχημένος. Επιπλέον παρουσιάζει τον εξαντλημένο ήρωα να διατηρεί ακμαίες τις ψυχικές και πνευματικές του δυνάμεις, να χειρίζεται με επιτυχία την κρίσιμη κατάσταση. Στον λόγο του ο Οδυσσέας παρομοιάζει τη Ναυσικά με την Άρτεμη, την αγνότερη απ’ τις θεές: η ταύτιση, όπως είπαμε, προετοιμάστηκε από το τέχνασμα του αφηγητή στους στ. 107-9 και από την αναφορά του ιδίου του Οδυσσέα στις νύμφες στην αρχή του επεισοδίου που μας απασχολεί.
Η ΟΜΟΦΡΟΣΥΝΗ ΩΣ ΘΕΜΕΛΙΟ ΤΟΥ ΟΙΚΟΥ: ΝΑΥΣΙΚΑ ΚΑΙ ΠΗΝΕΛΟΠΗ
Στο τέλος του λόγου του ο Οδυσσέας θέτει ένα από τα βασικότερα θέματα της Οδύσσειας, το θέμα του οίκου που ευτυχεί χάρη στην ὁμοφροσύνην του άνδρα και της γυναίκας (ζ, 180-5). Ο Οδυσσέας εύχεται στη Ναυσικά να βρει τον σύζυγο που επιθυμεί, να έχουν ὁμοφροσύνην (ζ 181) και ευτυχία. Σύμφωνα με τον κώδικα ηθικής των αρχαίων Ελλήνων, η προσωπική ευτυχία προκαλεί πόνο στους εχθρούς και χαρά στους φίλους. Εδώ συμπληρώνεται από ένα τρίτο στοιχείο (μάλιστα δέ τ’ ἔκλυον αὐτοί, ζ, 185). Η φράση είναι κρυπτική και ερμηνεύεται με δύο τρόπους. Είτε σημαίνει ότι και αυτοί οι δύο, άντρας και γυναίκα, αισθάνονται την ευτυχία τους, είτε ότι έχουν καλό όνομα, φήμη. Ο ποιητής επαναφέρει το θέμα του γάμου (με το οποίο ξεκίνησε αυτή τη ραψωδία, πρβλ. όνειρο, προετοιμασίες Ναυσικάς) συνδέοντας την επιθυμία της Ναυσικάς με την επιθυμία της Πηνελόπης. Στη ραψωδία ψ το θέμα της ὁμοφροσύνης Οδυσσέα και Πηνελόπης θα αναπτυχθεί, θα επιβεβαιωθεί και θα αποκαταστήσει την αρμονική τους σχέση και την ευτυχία του οίκου τους. Η αναφορά της ὁμοφροσύνης σε αυτό το σημείο παραπέμπει ευθέως στην ὁμοφροσύνη Οδυσσέα-Πηνελόπης.ΤΟ ΛΟΥΤΡΟ ΤΟΥ ΟΔΥΣΣΕΑ
Η Ναυσικά έχει πεισθεί από τον ξένο και υπόσχεται τη βοήθειά της. Η ικεσία έγινε δεκτή, ακολουθεί η ξενία. Δίνει εντολή στις υπηρέτριες να προσφέρουν φαγητό στον ξένο και να τον λούσουν. Παρατηρεί όμως κανείς ότι οι υπηρέτριες διστάζουν και αντί να εκτελέσουν τη διαταγή της βασιλοπούλας, δίνουν στον ξένο τα ρούχα και το λάδι και του λένε να λουστεί μόνος του. Πρόκειται για ανυπακοή; Ο Οδυσσέας επίσης απευθύνεται στις υπηρέτριες που ούτε καν τον πλησίασαν και τους λέει να μείνουν μακριά (στῆθ’ οὕτω ἀπόπροθεν, 218), γιατί ντρέπεται να γυμνωθεί μπροστά σε κορίτσια. Τι ακριβώς συμβαίνει σε αυτή τη σκηνή και ποιο νόημα έχουν τα λόγια του Οδυσσέα; Τίθεται θέμα ντροπής ή σεμνότητας εδώ; Στην πραγματικότητα, πρόκειται για μια ακόμη ανάλαφρη πινελιά, με την οποία διαγράφεται η τρυφερή συναισθηματική σχέση που ο Οδυσσέας αναπτύσσει με τη Ναυσικά.Σημειωτέον, ότι σύμφωνα με το τυπικό της ξενίας η Ναυσικά όφειλε να λούσει η ίδια τον ξένο, όχι να αναθέσει το έργο στις δούλες. Ο Οδυσσέας όμως την καλύπτει ξανά. Απαντώντας στην ερώτηση της βασίλισσας Αρήτης ποιος είναι, από πού ήρθε και ποιος του έδωσε τα ρούχα που φορά (η, 237-9), ο Οδυσσέας αναφέρει ότι η Ναυσικά, παρόλο που είναι μικρή, του συμπεριφέρθηκε όπως απαιτεί η τάξη, του πρόσφερε φαγητό, τον έλουσε στο ποτάμι και του έδωσε ρούχα (η, 292-6). Αυτό απαιτεί η τάξη, αλλά δεν είναι ακριβώς αυτό που έκανε η Ναυσικά. Αντίθετα, οι ενέργειές της απεκάλυψαν την ανωριμότητά της, τους λάθος χειρισμούς, τους οποίους έρχεται τώρα ο Οδυσσέας να καλύψει με ένα ψέμα, για να προστατεύσει τη Ναυσικά.
Ο Οδυσσέας, επομένως, όχι μόνο δεν είναι λέων ὀρεσίτροφος, αλλά προστατεύει την τιμή της Ναυσικάς ακόμη και από αυτό τον ανώριμο και ενθουσιώδη εαυτό της. Άλλωστε, η παράτολμη περιέργεια που έκανε τη Ναυσικά να σταθεί μόνη, ανυπεράσπιστη και ακάλυπτη μπροστά στον Οδυσσέα, όσο και αν εν μέρει αποτελεί προϊόν θείας έμπνευσης (ζ, 139-40), δεν είναι εντελώς ξένη με την ανάλογη παρόρμηση που ώθησε τον Οδυσσέα να εξερευνήσει, π.χ., το νησί των Κυκλώπων ή να ακούσει το τραγούδι των Σειρήνων. Η Ναυσικά, όπως και η Πηνελόπη, φαίνεται πνεύμα συγγενές με τον Οδυσσέα: συνιστά πειρασμό, διότι παρέχει όλα τα εχέγγυα της ὁμοφροσύνης!
Ακολουθεί το μπάνιο του Οδυσσέα και ο εξωραϊσμός του με την επέμβαση της Αθηνάς. Αυτό μάλιστα δίνεται μέσα από μια παρομοίωση από την τέχνη της αργυρο-χρυσοχοΐας, κάτι σπάνιο στον Όμηρο. Ο καλλωπισμός του Οδυσσέα και η εντύπωση που προκαλεί στην Ναυσικά παραπέμπει σε μία άλλη σκηνή καλλωπισμού του ήρωα που προκαλεί την ίδια εντύπωση, αυτή τη φορά στο ψ, 159-62. Οι West, Heubeck & Hainsworth, 2009, 534, θεωρούν ότι πρόκειται για τυπική επανάληψη που «δεν μπορεί να ήταν συνειδητή». Άλλοι όμως μελετητές θεωρούν ότι αυτή η πιστή επανάληψη είναι απόλυτα στοχευμένη, ακριβώς γιατί ο ποιητής θέλει να συνδέσει την Πηνελόπη με τη Ναυσικά (ας μην ξεχνάμε ότι οι παρομοιώσεις στον Όμηρο αποτελούν το νεώτερο στρώμα της επικής παράδοσης και πολύ σπανίως επαναλαμβάνονται). Με το μπάνιο και τα ρούχα που φορά ο Οδυσσέας αρχίζει η αποκατάστασή του ως ήρωα, όπως αργότερα στη ραψωδία ψ, το μπάνιο θα σημάνει την αρχή για την αναγνώριση και την αποκατάστασή του ως συζύγου και βασιλιά. Το μπάνιο, επίσης, δηλώνει τη μετάβαση στον πολιτισμένο κόσμο. Ο Οδυσσέας εμφανίστηκε αρχικά σαν λιοντάρι (άγριος, απολίτιστος). Με το μπάνιο, ο Οδυσσέας εξωραΐζεται, όπως συμβαίνει στις τέχνες, (A. F. Garvie 1994, 140).
Ιδιαίτερο ρόλο στη σκηνή παίζουν τα ρούχα. Η Ναυσικά, με παρότρυνση της Αθηνάς, πάει να πλύνει ως μέρος της προετοιμασίας της για τον γάμο. Στην ικεσία του ο Οδυσσέας ζητά το ελάχιστο (ῥάκος, ζ, 178) και παίρνει το μέγιστο (ἐσθῆτα, ζ, 192) ως πρώτη ένδειξη φιλοξενίας αλλά και πρώτη αποκατάσταση του ήρωα.[3] Η Ναυσικά τον θαυμάζει και ομολογεί πως έναν τέτοιο άντρα θα ήθελε (ζ, 255-315). Γι’ αυτά τα ρούχα αντιδρά η Αρήτη και ρωτά τον ξένο πού τα βρήκε, δεδομένου ότι αυτά είναι άμεσα συνδεδεμένα με το γάμο. Αργότερα η ευχή της Ναυσικάς συγκεκριμενοποιείται από τον βασιλιά Αλκίνοο που ζητά από τον Οδυσσέα να γίνει γαμπρός του (η, 311-15). Είναι βέβαια γνωστό ότι ο Οδυσσέας θα αρνηθεί. Όπως απέρριψε την αθάνατη Καλυψώ, έτσι τώρα θα απορρίψει τη θνητή Ναυσικά. Η Ναυσικά όμως αποτελεί την τελευταίο περισπασμό, που μπορεί να ματαιώσει το ταξίδι του Οδυσσέα, και ο Όμηρος δημιουργεί μια ένταση και αβεβαιότητα όχι για το αποτέλεσμα, αλλά για τον τρόπο που αυτό θα επιτευχθεί.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ
Ύστερα από την έντονη σκηνή της τρικυμίας και του ναυαγίου του Οδυσσέα (ραψωδία ε) ο ποιητής εισάγει ένα ρομαντικό, ευχάριστο επεισόδιο, ένα ειδύλλιο, με ελαφρούς τόνους, ίσως και λεπτή ειρωνεία (αν σκεφτούμε την παρομοίωση με το λιοντάρι, που σχολιάσαμε). Η παρουσία και η ηθογράφηση της Ναυσικάς αναμφίβολα τέρπει τον ακροατή. Η Ναυσικά αποτελεί την περίπτωση του νεαρού κοριτσιού που μέσα του ξυπνά ο πρώτος έρωτας, όπως συμβολικά δηλώνεται από την αποκάλυψη της κεφαλής και το όνειρο της Αθηνάς. Η Ναυσικά είναι πάντως μία ακόμη από τις γυναικείες μορφές που συναντά στον δρόμο του ο Οδυσσέας και που μπορούν να εμποδίσουν τον νόστο του. Η σκιαγράφησή της απαιτείται, γιατί μόνο έτσι θα γίνει κατανοητό πόσο κοντά (και ταυτόχρονα πόσο μακριά) βρίσκεται στην Πηνελόπη. Μπαίνει για λίγο στη ζωή του Οδυσσέα: κατά τον Silk (2004), αυτή η παροδικότητα έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τη μόνιμη και σταθερή Πηνελόπη. Επιπλέον η Ναυσικά αποτελεί τη θνητή εκδοχή του πειρασμού που αντιμετώπισε ο Οδυσσέας στην Ωγυγία. Η Ναυσικά συγκεντρώνει όλες τις προϋποθέσεις ενός ευτυχισμένου γάμου: θέλει να παντρευτεί, έχει τη σύνεση της μητέρας της, προφανώς είναι νεότερη από την Πηνελόπη και δεν είναι θεά, όπως η Καλυψώ. Οι συνθήκες παρουσιάζονται ιδανικές. Η Ναυσικά όμως προέρχεται από τον παράδεισο ενός άλλου, πολύ διαφορετικού κόσμου, προέρχεται από τον κόσμο του παραμυθιού. Ο Οδυσσέας έχει πίσω του το ηρωικό παρελθόν και τον πολεμικό κόσμο των Αχαιών. Είναι δεδομένο από την αρχή της ραψωδίας ότι για τον Οδυσσέα δεν τίθεται θέμα γάμου με τη Ναυσικά. Η απόσταση των δύο είναι μεγάλη, όπως δηλώνει και η ίδια η Ναυσικά (ζ, 203-4).
Στιγμές Οδύσσειας
Πηγή
Επιβεβαιώνεται έτσι ο χαρακτηρισμός που θα αποδώσει στον Οδυσσέα ο Ευρύλοχος, ότι δηλαδή είναι φτιαγμένος από σίδερο και πως τίποτε δεν τον αγγίζει, σε αντίθεση με τους συντρόφους του (ἦ ῥά νυ σοί γε σιδήρεα πάντα τέτυκται, μ, 280). Ο Οδυσσέας μένει ανέπαφος από τον ιδανικό, αλλά τόσο απόμακρο, κόσμο των Φαιάκων.
ΑπάντησηΔιαγραφήΕπιβεβαιώνεται!
Πρέπει να επιβεβαιώνονται
ΑπάντησηΔιαγραφήτα πράγματα ...
τα γεγονότα
και να αποδεικνύονται.
Και οι ...άνθρωποι
μαζί με αυτά.
Λίο